ΤΟ ΥΨΗΛΑ ΦΑΙΝΟΛΙΚΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ -ELETTRA-ΜΕΙΩΝΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΛΙΠΟΠΡΩΤΕΪΝΗ - A (LP(A))

Η Lp(α) είναι ένας παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις, ο οποίος επηρεάζεται κυρίως από γενετικούς παράγοντες και όχι τόσο από τη διατροφή ή τον τρόπο ζωής. Παραδοσιακά, η Lp(α) δεν επηρεάζεται από τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη μείωση της LDL χοληστερόλης, όπως οι στατίνες.
Ενώ οι επιστήμονες αναζητούν μια καλύτερη θεραπεία για τα υψηλά επίπεδα λιποπρωτεΐνης, η μελέτη που διεξήγαμε στην καρδιολογική κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Καλαμάτας με υψηλά φαινολικό ελαιόλαδο μας ELETTRA έρχεται να δώσει σημαντικά ελπιδοφόρα νέα.
Το ελληνικό εξαιρετικά παρθένο πλούσιο σε πολυφαινόλες ελαιόλαδο όπλο στη μάχη κατά των λιπιδίων (αυξάνει HDL, μειώνει Lpa) – Νέα κλινική μελέτη φέρνει στο φως εντυπωσιακά ευρήματα!
Μια νέα τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Nutrients (Αύγουστος 2025) επιβεβαιώνει την καρδιοπροστατευτική δύναμη του ελληνικού εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου (EVOO), όταν είναι πλούσιο σε πολυφαινόλες.
Η μελέτη η οποία διεξήχθη στην Καρδιολογική Κλινική του Νοσοκομείου Καλαμάτας, έδειξε ότι η καθημερινή κατανάλωση EVOO με υψηλή περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες οδηγεί σε:
-Μείωση της ολικής χοληστερίνης
-Αύξηση της καλής HDL χοληστερίνης
-Μείωση της επικίνδυνης λιποπρωτεΐνης-a (Lp(a))
Στη μελέτη συμμετείχαν 50 ασθενείς με υπερλιπιδαιμία που έλαβαν για 4 εβδομάδες είτε:
20γρ/ημέρα EVOO με χαμηλή περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες (414mg/kg), είτε 8γρ/ημέρα EVOO με υψηλή περιεκτικότητα (1021 mg/kg)
Το EVOO με υψηλότερη περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες και χαμηλότερη δόση αποδείχθηκε πιο αποτελεσματικό στη βελτίωση του λιπιδαιμικού προφίλ!
Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η ποιότητα του ελαιολάδου – και ειδικά η περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες – μετράει περισσότερο από την ποσότητα, ενισχύοντας την αναγνώριση της Μεσογειακής Διατροφής ως σύμμαχο κατά των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Συμπεράσματα
Η παρούσα μελέτη υπογράμμισε τη θετική επίδραση του EVOO στο λιπιδαιμικό προφίλ των υπερλιπιδαιμικών ασθενών, συμπεριλαμβανομένων βελτιώσεων στα επίπεδα HDL και Lp(a) στο αίμα. Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι το EVOO με υψηλότερη περιεκτικότητα σε φαινόλες, ακόμη και σε χαμηλότερη ημερήσια δόση, προσφέρει ανώτερα οφέλη στη βελτίωση του λιπιδαιμικού προφίλ των ασθενών με υπερλιπιδαιμία σε σύγκριση με το EVOO με χαμηλότερη περιεκτικότητα σε φαινόλες που χορηγείται σε υψηλότερη δόση με ισοδύναμη συνολική πρόσληψη πολυφαινολών. Αυτό υποστηρίζει την υπόθεση ότι η συγκέντρωση και η βιοδιαθεσιμότητα των πολυφαινολών είναι πιο σημαντικές από την απόλυτη ποσότητα λιπιδίων που καταναλώνεται. Αυτά τα αποτελέσματα υποστηρίζουν επίσης την άποψη ότι το EVOO μπορεί να αποτελεί σημαντικό στοιχείο των διατροφικών παρεμβάσεων για την πρόληψη και τη διαχείριση της υπερλιπιδαιμίας και των σχετικών καρδιαγγειακών παθήσεων.
Από την άποψη της δημόσιας υγείας και της εμπορικής προοπτικής, αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι οι παραγωγοί ελαιολάδου θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να επενδύσουν στην ανάπτυξη συνθέσεων EVOO με υψηλή περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες, καθώς αυτές μπορεί να προσφέρουν μεγαλύτερη θεραπευτική αξία σε μικρότερες μερίδες. Αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να προωθήσει στρατηγικές πρόληψης καρδιαγγειακών παθήσεων, βοηθώντας παράλληλα τους καταναλωτές να μειώσουν τη συνολική θερμιδική πρόσληψη από λίπη χωρίς να θυσιάζουν τα οφέλη για την υγεία.
Συνιστούμε στα άτομα να καταναλώνουν EVOO με επαληθευμένη υψηλή περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες, συνήθως μεγαλύτερη από 250-400 mg/kg. Οι ετικέτες ή οι πιστοποιήσεις που υποδηλώνουν συμμόρφωση με τον κανονισμό 432/2012 της ΕΕ (δηλ. ≥5 mg υδροξυτυροσόλης και παραγώγων ανά 20 g ελαίου) μπορούν να χρησιμεύσουν ως χρήσιμος οδηγός. Η επιλογή EVOO που παράγονται από ποικιλίες με υψηλή περιεκτικότητα σε φαινόλες και αποθηκεύονται σε σκούρες γυάλινες φιάλες μακριά από τη θερμότητα και το φως μπορεί να διασφαλίσει περαιτέρω την ισχύ και τη σταθερότητα των φαινολικών ενώσεων. Οι καταναλωτές που επιδιώκουν καρδιαγγειακά οφέλη πρέπει να εστιάζουν όχι μόνο στην ποιότητα και την προέλευση του ελαίου, αλλά και στην καθημερινή, συνεπή πρόσληψη, ιδανικά σε ακατέργαστη, μη θερμαινόμενη μορφή. Ωστόσο, απαιτούνται ευρύτερες μακροπρόθεσμες μελέτες σε διαφορετικούς πληθυσμούς και ποικιλίες ελαιολάδου για να επιβεβαιωθεί η κλιμάκωση και η γενικευσιμότητα αυτών των ευρημάτων.